Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2025

Πίνδος: τα τρία ποτάμια και οι μύθοι τους

Οι κοινωνίες στη μακρά διάρκεια είχαν την αντίληψη ότι το φυσικό τοπίο διαπνέεται και παίρνει ζωή από ένα συνεκτεινόμενο μυθικό τοπίο, που αποτελείται από ιστορίες, τραγούδια, πνεύματα και άλλα στοιχεία που γενικώς αποκαλούμε «μαγεία». Αυτή η μαγεία της φύσης μάς οδηγεί στη συνειδητοποίηση ότι η επιβίωσή μας εξαρτάται από τη γονιμότητα, άρα την ευρωστία της φύσης, από την οποία η ανθρώπινη ικανότητα μπορεί να αντλεί πόρους, χωρίς να τους εξαντλεί.

Παράλληλα, αυτή η μαγεία εμπνέει τον μύχιο φόβο για τη δύναμη που έχει η φύση να καταστρέφει, αλλά και να συντηρεί τη μνήμη του τόπου όπου οι προηγούμενες γενιές έζησαν, δημιούργησαν και ενταφιάστηκαν. Η μαγεία της φύσης μάς χαρίζει, τελικά, έναν ηθικό χάρτη, σχεδιασμένο πάνω σε συγκεκριμένους τόπους και πλάσματα. Ιστορικά, τέτοιες αντιλήψεις απορρίπτονταν ως δεισιδαιμονίες, από τις οποίες οι άνθρωποι έπρεπε να ελευθερωθούν με τη βοήθεια ποικίλων θεωριών «αλήθειας», αποκαλυπτικής ή θετικιστικής-επιστημονικής. Η παλίρροια του εκσυγχρονισμού τον τελευταίο αιώνα εξάλειψε τη μαγεία της φύσης, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στη μακρά διάρκεια. Όμως την ίδια στιγμή εξάλειψε και μεγάλο μέρος της ίδιας της φύσης.

Οπωσδήποτε, κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι μπορούν ή πρέπει να αναβιώσουν αντιλήψεις παλαιότερων κοινωνιών ή να εγκαταλειφθεί η επιστημονική κατανόηση των φυσικών φαινομένων, που έχει απελευθερώσει τους ανθρώπους από άσκοπους φόβους και επιζήμια άγνοια, ή ακόμη να διατηρηθεί η προσκόλληση σε μη λογικά συστήματα αντιλήψεων που θεωρήθηκαν ως αποκαλυπτική και αναμφισβήτητη αλήθεια.

Η μυθολογία θέλει την Πίνδο όρος ιερό, αφιερωμένο στον Απόλλωνα και στις Μούσες. Ο Πίνδος, μικρότερος γιος του Μακεδόνα ή του Αιόλου, στη μάχη για επικράτηση αντιμετώπισε τον φθόνο των αδελφών του, οι οποίοι ήθελαν να τον σκοτώσουν. Γλίτωσε καταφεύγοντας στο βουνό, όπου πάλεψε με τον δράκο Λύγκα, που διαφέντευε τον τόπο και κέρδισε την παραμονή του εκεί. Τα αδέρφια του τον βρήκαν και τον σκότωσαν. Ο Λύγκας έθαψε τον Πίνδο στην υψηλότερη κορυφή των βουνών και ονόμασε προς τιμήν του όλη την οροσειρά Πίνδος. Από τα δάκρυα του δράκου σχηματίστηκαν μικρές λίμνες, οι Δρακόλιμνες.Στην κοιλάδα του Αώου, με την Κόνιτσα στο βάθος, σκαρφαλωμένη στην πλαγιά της Τραπεζίτσας. Ο Αώος έχει τις πηγές του βόρεια του Μετσόβου, περνάει από τα βουνά Σμόλικας και Γκαμήλα, διασχίζει τη χαράδρα του Βίκου, βγαίνει στον κάμπο της Κόνιτσας, όπου συναντά τα νερά του Βοϊδομάτη και του Σαραντάπορου, συνεχίζει στην Αλβανία και εκβάλλει στην Αδριατική.

Ο άλλος κοσμογονικός μύθος για τις Δρακόλιμνες θέλει τα τρία αδέρφια να μεταμορφώνονται σε τρεις δράκοντες. Ο ένας έπιασε το βουνό Λάκμο (Περιστέρι), ο άλλος την Τύμφη (Γκαμήλα) και ο Πίνδος τον Σμόλικα. Μεταξύ τους άνοιξαν πόλεμο, πετώντας μεγάλους βράχους. Κάποτε οι δύο κατάφεραν και σκότωσαν «τον μικρότερο και καλύτερο», τον Πίνδο. Έτσι αιτιολογεί η παράδοση το γεγονός ότι στη Δρακόλιμνη του Σμόλικα συναντάμε λευκούς βράχους, αν και η περιοχή έχει μόνο μαύρους, και στη Δρακόλιμνη της Γκαμήλας βλέπουμε μαύρους, σε αντίθεση με τους λευκούς που έχει το βουνό αυτό.

Μία από τις ωραιότερες παραδόσεις της περιοχής του Ασπροποτάμου και γενικότερα της Πίνδου είναι αυτή που αναφέρεται στη δημιουργία και την εξέλιξη των τριών μεγάλων ποταμών, που πηγάζουν από τα σπλάχνα της οροσειράς της Πίνδου και διασχίζουν τον κεντρικό κορμό της Ελλάδας: τον Πηνειό, που ο λαός τον θέλει θηλυκό και ήμερο, τη Σαλαμπριά, όπως το αποκαλεί, τον Αχελώο, τον Άσπρο (εξ ου και Ασπροπόταμο η περιοχή που διασχίζει ο ποταμός Αχελώος στο ξεκίνημά του) και τον βουερό Άραχθο. Η παράδοση, όπως σημειώνει προσφυώς ο Αλέξ. Χατζηγάκης στο βιβλίο του Τ’ Ασπροπόταμο της Πίνδου. Παραδόσεις (1948), «είναι διάχυτη και παραλλαγμένη στ’ Ασπροπόταμο. Είναι δε προϊόν συναισθήματος της φύσης, που κατέχει το είναι του βουνίσιου». Πρόκειται για παράδοση που με διάφορες παραλλαγές διασώζεται μέχρι σήμερα στη μνήμη των κατοίκων του Ασπροποτάμου. Όπως είναι γνωστό, ο Άσπρος πηγάζει από τα βουνά Περιστέρι και Ρόνα. Ο θρύλος μέχρι σήμερα αναφέρει ότι ήταν τρία αγαπημένα αδέρφια: ο Άσπρος, ο Άραχθος και η Σαλαμπριά. «Μια μέρα ανέβηκαν στην κορυφή του Περιστεριού για ν’ αγναντέψουν. Για μια στιγμή η Σαλαμπριά χάθηκε. Τα παιδιά ανήσυχα σπεύσανε να τη βρουν, τρέχοντας το ένα αντίθετα του άλλου, και κλαίγανε πολύ τ’ αδέλφια για τον χαμό της αδελφής. Κι όσο κατηφορίζανε, πιο πολύ δυνάμωνε το κλάμα τους. Η Σαλαμπριά, η αδελφή τους, είχε πάρει τον δρόμο που οδηγούσε στον θεσσαλικό κάμπο. Έτρεχε ήρεμα, εντελώς αθόρυβα». Ο ίδιος ο Χατζηγάκης διασώζει πέντε παραλλαγές. Ο Θεός λυπήθηκε τα τρία αδέρφια και τα μεταμόρφωσε σε ποτάμια. Η Σαλαμπριά, θηλυκό ποτάμι, κυλάει ήρεμα στον θεσσαλικό κάμπο. Καμιά φορά, όταν θυμάται τ’ αδέρφια της, «φουσκώνει» από θλίψη και τότε «σέρνει λιθάρια ριζιμιά, δεντρά ξεριζωμένα» στο πέρασμά της, όπως έγινε και φέτος (2023). Κι αλίμονο σε ό,τι βρεθεί μπροστά της: ξυλογέφυρα, καρούλια, καλλιέργειες… Τ’ άλλα δυο, ο Άσπρος (Αχελώος) και ο Άραχθος ή Αώος (όπως εσφαλμένα γράφει ο Heuzey), θρηνούν και χτυπιούνται στα φαράγγια της Πίνδου για τον χαμό της αδερφής τους.

Οι κάτοικοι περιγράφουν μέχρι σήμερα αυτή την πορεία, προσωποποιώντας τα τρία μεγάλα ποτάμια που κατεβαίνουν τις χαράδρες κλαίγοντας σαν μικρά παιδιά, παρόμοια όπως εκείνοι στις πολυήμερες μετακινήσεις τους από τα ορεινά προς τα χειμαδιά και αντίστροφα. Πρόκειται για την αρχέγονη συνήθεια της ανθρωπομορφικής απεικόνισης φυσικών φαινομένων και ιδιαίτερα των ποταμών και των πηγών, στοιχείων ζωντανών και ζωοποιών του φυσικού περιβάλλοντος. Ο Άσπρος-Αχελώος, το πιο μεγάλο ποτάμι που χύνεται στο Ιόνιο Πέλαγος, μετέφερε με το ρεύμα του τους κορμούς των δέντρων πoυ υλοτομούσαν οι ξυλοκόποι για λογαριασμό των επιχειρηματιών των Τρικάλων και της Πάτρας. Συχνά θύμωνε για την κοπή των δέντρων και δυσκόλευε τη μεταφορά της ξυλείας. Έτσι, παρά την ανθρώπινη αδηφαγία, έχει αποφευχθεί αποψίλωση των δασών στον Ασπροπόταμο. Η δυσκολία μεταφοράς της ξυλείας έσωσε τα περισσότερα δάση.

Νεράιδες, λάμιες, στρίγγλες, μάγισσες, δράκοντες και δράκοι, φυσικά φαινόμενα εν πλήρει δράσει και ανθρώπινη δραστηριότητα δημιουργούσαν μια μυστηριακή ατμόσφαιρα, όπου η πάλη για επιβίωση σ’ έναν χώρο όμορφο, αλλά δύσβατο και επικίνδυνο έπλασε παραδόσεις για εξίσου επικίνδυνα στοιχειά, για διαβολοπεράσματα (ο Λάμιας, ο Βιρός της Χάιδως) κ.λπ. Όλα αυτά έδιωξε, βεβαίως, η σύγχρονη πρόοδος. Εξάλλου η ερημιά δεν έχει ανάγκη από ερμηνείες για τις φωνές, τους θορύβους, τα παράξενα όντα που απόμειναν εκεί.

Δρα Αικατερίνη Πολύμερου-Καμηλάκη, ομότιμη ερευνήτρια, τ. διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου